κυνοειδή

κυνοειδή
(cynoidea). Διαίρεση σαρκοφάγων της υπόταξης των σχιστοπόδων, στην οποία περιλαμβάνονται οι λύκοι, τα τσακάλια, οι σκύλοι και οι αλεπούδες. Τα κ. έχουν δυνατά πόδια, μικρό κεφάλι, λεπτό λαιμό, μεγάλα μάτια, μακριά αφτιά και οξύ ρύγχος. Τα μπροστινά πόδια τους είναι πενταδάχτυλα και τα πίσω τετραδάχτυλα, ενώ όλα φέρουν νύχια. Οι κ. είναι ζώα με παγκόσμια εξάπλωση και ζουν είτε μόνα τους είτε κατά ζεύγη. Οι λύκοι περιλαμβάνονται στα κυνοειδή (φωτ. ΑΠΕ).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • κυνοειδῆ — κυνοειδής like a dog neut nom/voc/acc pl (attic epic doric) κυνοειδής like a dog masc/fem/neut nom/voc/acc dual (doric aeolic) κυνοειδής like a dog masc/fem acc sg (attic epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θηλαστικά — Ομοταξία σπονδυλωτών που περιλαμβάνει περίπου 3.000 γένη και 15.000 είδη, από τα οποία άλλα ζουν έως σήμερα και άλλα έχουν εκλείψει. Είναι ζώα ομοιόθερμα, με πνευμονική αναπνοή και πλήρες διάφραγμα, το οποίο χωρίζει τη θωρακική περιοχή, που… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”